Τα πάνω κάτω στις εξετάσεις

του Στράτου Στρατηγάκη

 

Δημοσιεύτηκε 27/5/2007

 

Οι αλλαγές που έχουν γίνει τα χρόνια που ακολούθησαν την πρώτη εφαρμογή του ισχύοντος συστήματος εισαγωγής στις ανώτατες σχολές, το έτος 2000, ήταν πολλές και είχαν ως αποτέλεσμα την αλλοίωση της φυσιογνωμίας του, σε τέτοιο βαθμό που δύσκολα θα το αναγνώριζαν οι δημιουργοί του. Θα προσπαθήσουμε να δούμε αυτές τις αλλαγές και να διαπιστώσουμε κατά πόσο ωφέλησαν τους υποψηφίους ή όχι.

Οι εξετάσεις στη Β Λυκείου.

Σημαντική αλλαγή ήταν η κατάργηση των εξετάσεων της Β Λυκείου το 2005.Πολλά τα επιχειρήματα υπέρ και κατά. Μειώνεται το κόστος των εξετάσεων κατά περίπου 20.000.000€, που είναι χρήματα που δαπανώνται χωρίς κανένα δημιουργικό αποτέλεσμα. Μειώνεται το άγχος των υποψηφίων και το Λύκειο σταματά να είναι μόνο εξεταστικό κέντρο. Από την άλλη μεριά οι υποψήφιοι ένιωθαν καλύτερα με τις πανελλήνιες εξετάσεις της Β Λυκείου, γιατί ήταν ένα ανώδυνο «βάπτισμα του πυρός», χωρίς συνέπειες. Αν ο υποψήφιος πήγαινε καλύτερα στις εξετάσεις της Γ Λυκείου δεν μετρούσαν οι βαθμοί της Β τάξης. Δεν είναι τυχαίο ότι στο πόρισμα του ΕΣΥΠ (Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας) προτείνεται η επαναφορά των πανελληνίων εξετάσεων στη Β Λυκείου. Οι ίδιοι οι υποψήφιοι μετά την αρχική χαρά, για τις εξετάσεις που «γλίτωσαν», άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι όταν πραγματικά θα μετρήσουν τις επιδόσεις τους θα είναι πολύ αργά γιατί θα έχουν ήδη τελειώσει το Λύκειο και η μόνη τους δυνατότητα θα είναι να ξαναδοκιμάσουν. Ακριβώς αυτό συμβαίνει με την μεγάλη άνοδο του αριθμού των υποψηφίων που ξαναδοκιμάζουν μετά την πρώτη αποτυχία. Η άνοδος του αριθμού των αποφοίτων υποψηφίων δείχνει ότι η διαδικασία επιλογής αφήνει όλο και περισσότερους υποψηφίους ανικανοποίητους. Ο απόφοιτος που ξαναδοκιμάζει ζει μια δύσκολη χρονιά, δεν είναι ούτε μαθητής ούτε φοιτητής, δεν ανήκει πουθενά, επί ένα χρόνο ζει σ’ ένα συναισθηματικό κενό, ελπίζοντας να τα καταφέρει αυτή τη φορά. Φυσικά οι περίπου 15.000 υποψήφιοι αυτής της κατηγορίας δεν εγγράφονται στη λίστα των ανέργων με θετικές επιπτώσεις στους αριθμούς και τελικά αρνητικές επιπτώσεις στους ανθρώπους.

Ο αριθμός των μαθημάτων.

Αρχικά τα εξεταζόμενα μαθήματα ήταν 14, μετά έγιναν 9 και τώρα πια είναι 6 ή 7 για όσους θέλουν να είναι υποψήφιοι για τις σχολές του 5ου επιστημονικού πεδίου (Επιστήμες Οικονομίας και Διοίκησης). Αυτό πιστεύω ότι αντί να μειώνει το άγχος των υποψηφίων, αντίθετα το αυξάνει. Τώρα πια οι υποψήφιοι γνωρίζουν ότι η αποτυχία σ’ ένα μάθημα «κοστίζει» περισσότερο, αφού ο μέσος όρος, που αποτελεί τον γενικό βαθμός πρόσβασης, επηρεάζεται περισσότερο όσο λιγότερα είναι τα μαθήματα.
Η μείωση του αριθμού των πανελληνίως εξεταζομένων μαθημάτων έχει και άλλες συνέπειες, που δεν μελετήθηκαν όσο έπρεπε. Δημιουργεί ζήτημα αξιοπιστίας, αφού οι υποψήφιοι για τις υψηλόβαθμες σχολές, όπως οι ιατρικές όπου και το ένα μόριο «μετράει», μπορεί να διαγωνιστούν σε διαφορετικά μαθήματα που δεν έχουν τον ίδιο βαθμό δυσκολίας. Αλλά και στα ΤΕΙ του 3ου πεδίου μπορεί να είναι υποψήφιοι από τη θεωρητική και τη θετική κατεύθυνση οι οποίοι διαγωνίζονται μόνο σε δύο κοινά μαθήματα: τη Νεοελληνική γλώσσα και τη Βιολογία. Όλα τα άλλα είναι διαφορετικά.
Ακόμη περιορίζονται οι επιλογές πεδίων, αφού το 6ο μάθημα βάζει περιορισμούς. Περιορισμούς που νομοθετήθηκαν με την απόφαση, όταν ένας υποψήφιος επιθυμεί να δηλώσει τα τμήματα δύο πεδίων το ένα από τα δύο πεδία να έχει ως βασικά μαθήματα τα μαθήματα της κατεύθυνσής του.

Η στρατηγική της επιτυχίας.

Μία καινούρια έννοια καθιερώθηκε στις πανελλήνιες εξετάσεις. Είναι η απαιτούμενη στρατηγική για την επιτυχία στη σχολή της πρώτης προτίμησης. Με τις απανωτές αλλαγές το εξεταστικό σύστημα έγινε τόσο πολύπλοκο, που είναι απαραίτητα πια τα... σεμινάρια και οι στρατηγικές για να επιτευχθεί ο στόχος. Αυτό είναι παράλογο γιατί αντί οι υποψήφιοι να ασχολούνται με το διάβασμά τους, αναλώνονται σε υπολογισμούς για το πλήθος των μορίων που μπορούν να συγκεντρώσουν και σπαταλούν χρόνο για την ανακάλυψη της ευκολότερης οδού προς την επιτυχία. Είναι κρίμα να υποβάλλουμε τα παιδιά μας σε τέτοια ανούσια μαρτύρια.

Εξετάσεις κατάταξης.

Οι πανελλήνιες εξετάσεις είναι εξετάσεις κατάταξης. Δεν είναι εξετάσεις πιστοποίησης γνώσεων. Αν ήταν εξετάσεις πιστοποίησης γνώσεων δεν θα υπήρχε κλειστός αριθμός θέσεων. Θα υπήρχε μία βάση, αντίστοιχη της τωρινής βάσης του 10, και όποιος υποψήφιος έπιανε το όριο θα μπορούσε να εγγραφεί στη σχολή της αρεσκείας του. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι οι εξετάσεις κατάταξης και η βάση του 10 δημιουργούν προβλήματα ως ασύμβατα πράγματα μεταξύ τους.

Η βάση του 10.

Η βάση του 10, όπως ειπώθηκε από την Υπουργό Παιδείας, είχε ως στόχο να ανεβάσει το επίπεδο των φοιτητών. Ο συνδυασμός της βάσης του 10 και του κλειστού αριθμού των υποψηφίων δημιουργεί έναν... εκρηκτικό συνδυασμό, που οδηγεί σε διορθωτικές κινήσεις με την ανακατανομή των εισακτέων στα τμήματα της περιφέρειας, αλλά και τη δυσκολία των θεμάτων, μέσω της οποίας προσδιορίζεται ο αριθμός των αποκλειομένων από την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η βάση του 10 στην πρώτη της εφαρμογή το 2006 άφησε χιλιάδες κενές θέσεις στα περιφερειακά ΤΕΙ. Επειδή η εφαρμογή της έγινε άμεσα δεν υπήρξε ο χρόνος προσαρμογής των ιδρυμάτων της περιφέρειας με καταργήσεις τμημάτων, συγχωνεύσεις, αλλαγές αντικειμένων και μετονομασίες. Οι αλλαγές αυτές απαιτούν σχεδιασμό, άρα είναι χρονοβόρες. Έτσι δεν πρόλαβαν να υλοποιηθούν ούτε φέτος. Οι μόνες αλλαγές που έγιναν είναι κάποια ΤΕΙ να δηλώνονται και από δεύτερο πεδίο, ώστε να προσελκύσουν υποψηφίους. Από τη μία μεριά δηλαδή περιορίζουμε τις επιλογές των υποψηφίων και από την άλλη προσπαθούμε να τις αυξήσουμε με τη δήλωση τμημάτων από δύο πεδία.
Σκοπός της βάσης του 10 είναι να διασφαλίσει ότι όλοι οι υποψήφιοι φοιτητές έχουν ένα ελάχιστο επίπεδο γνώσεων. Καλό ακούγεται αλλά δυστυχώς είναι λειψό. Ποιος ασχολήθηκε με τη θεραπεία του προβλήματος των ελλιπών γνώσεων των φοιτητών, που έχει ήδη επισημανθεί από τους πανεπιστημιακούς; Η βάση του 10, εκτός από το να λειτουργεί ως γκιλοτίνα, έπρεπε να αποτελέσει αφορμή για αναζήτηση των αιτίων του προβλήματος της χαμηλής ποιότητας της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Είδατε εσείς τη χρονιά που πέρασε κάποια ενέργεια προς αυτή την κατεύθυνση; Μήπως η χαμηλή ποιότητα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν είναι ευθύνη του Υπουργείου Παιδείας;

Η κατανομή των εισακτέων.

Η ερήμωση των περιφερειακών ΤΕΙ επιχειρείται να καλυφθεί με την ανακατανομή του αριθμού των εισακτέων. Πέρυσι είχαμε την περικοπή πολλών θέσεων στα ΑΕΙ, που όμως δεν αποδείχθηκε ικανή να αποτρέψει το άδειασμα των περιφερειακών ΤΕΙ. Φέτος είχαμε την περικοπή χιλιάδων θέσεων στα ΤΕΙ Αθήνας, Πειραιά και Θεσσαλονίκης, πάντα στην προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα που δημιούργησε η βάση του 10. Η προσπάθεια αυτή δεν είναι τόσο απλή όσο ακούγεται. Η μεταφορά φοιτητών στην περιφέρεια αυξάνει την εσωτερική μετανάστευση, που με τη σειρά της αδειάζει τα πορτοφόλια των γονέων, που έτσι κι αλλιώς δοκιμάζονται. Συνδυάστε το και με τον περιορισμό των μετεγγραφών και θα αντιληφθείτε ότι το πρόβλημα που δημιουργείται είναι μεγάλο. Όλο και περισσότεροι γονείς καλούνται να πληρώσουν για τις σπουδές των παιδιών τους στην περιφέρεια ποσά που κυμαίνονται γύρω στα 10.000€ το χρόνο. Τα χρήματα που ξοδεύονται για σπουδές σε άλλη πόλη αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των ιδιωτικών δαπανών για την παιδεία, σύμφωνα με έρευνα του ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ.

Ο κίνδυνος.

Ο αριθμός των κενών θέσεων καθορίζεται από τον αριθμό των υποψηφίων που δεν «πιάνουν» τη βάση του 10. Ο αριθμός αυτός καθορίζεται από το επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων. Φανταστείτε μια χρονιά κατά λάθος να τεθούν δύσκολα θέματα και να αυξηθεί υπέρμετρα ο αριθμός των αποκλειομένων. Θα ερημώσουν τα πανεπιστήμια...
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί την άποψη της μεγαλύτερης δυνατής μόρφωσης όσο μεγαλύτερου αριθμού νέων γίνεται, πιστεύοντας ότι κέρδος είναι για την κοινωνία να ανεβάσει το μορφωτικό της επίπεδο, γιατί η οικονομική ανάπτυξη στο μέλλον θα εξαρτάται από τη γνώση.

Ακροβασίες.

Αλλαγή στην αλλαγή φτάσαμε σ’ ένα σημείο που οι εισαγωγικές εξετάσεις έχουν γίνει μία εξαιρετικά πολύπλοκη και ακριβή διαδικασία, που αφήνει ανικανοποίητο το μεγαλύτερο μέρος των υποψηφίων, οι οποίοι είτε αποτυγχάνουν να εισαχθούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, είτε πετυχαίνουν σε τμήμα που δεν τους ενδιαφέρει το αντικείμενο σπουδών, είτε εξαναγκάζονται σε εσωτερική μετανάστευση. Χρόνια άναρχης, χωρίς σκοπό και σχέδιο ανάπτυξης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, έχουν συσσωρεύσει προβλήματα που κανείς πια δεν έχει την απαιτούμενη γενναιότητα ν’ αντιμετωπίσει. Υπάρχουν δεκάδες τμήματα των οποίων οι απόφοιτοι δεν έχουν επαγγελματικά δικαιώματα, άλλα τμήματα που παράγουν μέχρι και δεκαπλάσιους αποφοίτους απ’ όσους μπορεί να απορροφήσει η αγορά εργασίας, απόφοιτοι που συνωστίζονται για μία θέση εργασίας, όνειρα και κόπος που χαραμίζονται.

Το κόστος των εξετάσεων.

του Στράτου Στρατηγάκη

 

Η διεξαγωγή  των πανελληνίων εξετάσεων απαιτεί την κινητοποίηση ενός ολόκληρου μηχανισμού για να εξασφαλιστεί το αδιάβλητό τους. Επιτηρητές που είναι δύο ανά τμήμα, επιτροπές που βάζουν τα θέματα, μηχανισμός για να φτάσουν έγκαιρα τα θέματα στα εξεταστικά κέντρα, που είναι τα λύκεια. Μετά τις εξετάσεις τα γραπτά μεταφέρονται στα βαθμολογικά κέντρα σε άλλο νομό για να διορθωθούν από δύο και αν χρειαστεί από τρεις διορθωτές. Επιστρέφουν τα αποκόμματα των τετραδίων στα λύκεια και οι βαθμοί στέλνονται ηλεκτρονικά στο τμήμα μηχανοργάνωσης του Υπουργείου Παιδείας, ώστε μαζί με τις προτιμήσεις των υποψηφίων που δηλώνονται στο μηχανογραφικό τους δελτίο, να γίνει η τελική επιλογή.
Το πρώτο ερώτημα που αβίαστα προκύπτει είναι αν όλα αυτά είναι απαραίτητα. Η απάντηση είναι απερίφραστα ναι γιατί ζούμε στην Ελλάδα. Σε άλλες χώρες δεν είναι απαραίτητη η λειτουργία ενός τόσο πολύπλοκου μηχανισμού. Δυστυχώς στην πατρίδα μας αν γινόταν κάτι τέτοιο θα γέμιζαν τα πανεπιστήμια με… κουμπάρους, αδέλφια, ξαδέλφια και γενικά συγγενείς μέχρι απροσδιορίστου βαθμού…
Ήδη τέτοια φαινόμενα ευνοιοκρατίας παρατηρήθηκαν στα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών, όπου η επιλογή των φοιτητών γίνεται με ευθύνη των πανεπιστημίων.
Να θυμίσω εδώ την περιπέτεια του καθηγητή κ. Αλεξανδρόπουλου στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, που προσπάθησε να διερευνήσει τον τρόπο επιλογής μερικών σπουδαστών σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα και βρέθηκε κατηγορούμενος. Η καρδιά του δεν άντεξε και ο άνθρωπος πέθανε…
Για στημένες εξετάσεις κατηγορήθηκαν κάποιοι καθηγητές στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων για την επιλογή φοιτητών στις κατατακτήριες εξετάσεις στο τμήμα Δημοτικής εκπαίδευσης (δάσκαλοι).
Άλλο παράδειγμα είναι κάποια ιδιωτικά ΤΕΕ που πουλούσαν πτυχία σε ανθρώπους που ποτέ δεν παρακολούθησαν μαθήματα. Τα πτυχία αυτά τα χρησιμοποιούσαν για το διορισμό τους στο δημόσιο, κλέβοντας θέσεις από άλλους νόμιμους υποψηφίους.
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι οι… παραδόσεις μας δεν επιτρέπουν τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης ικανού να επιτρέψει την κατάργηση των πανελληνίων εξετάσεων και την επιλογή των φοιτητών από τα ίδια τα πανεπιστήμια, που είναι και το σωστό. Γιατί με το υπάρχον σύστημα εξασφαλίζεται μεν το αδιάβλητο αλλά η επιλογή δεν είναι η καλύτερη δυνατή, αφού τα πανεπιστήμια δεν έχουν τη δυνατότητα να θέσουν τα δικά τους κριτήρια εισαγωγής. Δημιουργούνται έτσι διάφορα τραγελαφικά φαινόμενα, όπως να εισάγονται στα τμήματα χημείας υποψήφιοι από την τεχνολογική κατεύθυνση, που διαπιστωμένα δεν γνωρίζουν χημεία και συνεπώς έχουν μεγάλο πρόβλημα παρακολούθησης.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι πανελλήνιες εξετάσεις δεν είναι σωστό να καταργηθούν γιατί δεν είναι ώριμη η κοινωνία μας. Όμως η επιλογή των φοιτητών δεν είναι η καλύτερη δυνατή.
Το δεύτερο ερώτημα που προκύπτει είναι πόσο μας κοστίζει η διεξαγωγή τους. Σε κάθε λύκειο λειτουργεί μία επταμελής επιτροπή εξετάσεων που αμείβεται με περίπου 4.000€. Η επιτροπή αυτή έχει την ευθύνη της ομαλής διεξαγωγής των εξετάσεων σε κάθε λύκειο. Τα λύκεια είναι περίπου 1.000 σε όλη την Ελλάδα, άρα έχουμε άμεσα 4.000.000€. Σε κάθε τμήμα υπάρχουν δύο επιτηρητές για κάθε περίπου 20 υποψηφίους για τουλάχιστον έξι εξεταζόμενα μαθήματα. Το κόστος των επιτηρήσεων είναι περίπου 800.000€. Τα περίπου 540.000 γραπτά ταξιδεύουν σε άλλους νομούς για διόρθωση και επιστρέφουν. Το κόστος ανέρχεται σε περίπου 1.000.000€. Ή λειτουργία των βαθμολογικών κέντρων κοστίζει περίπου 6.750.000€. Υπολογίστε και την κεντρική επιτροπή των εξετάσεων αλλά και τις αμοιβές των επιτροπών που παραλαμβάνουν τα μηχανογραφικά τον Ιούλιο το σύνολο πρέπει να ξεπερνά τα 20.000.000€. Τα χρήματα αυτά δεν ξοδεύονται για να μάθουν οι υποψήφιοι κάτι παραπάνω, αλλά μόνο για τη διαδικασία επιλογής, ώστε να εξασφαλιστεί το αδιάβλητό της. Κι όλα αυτά γιατί δεν εμπιστεύεται ο ένας τον άλλο για να γίνεται η επιλογή των φοιτητών από αυτούς που πρέπει, δηλαδή τα πανεπιστήμια. Οι εξετάσεις δεν είναι απαραίτητες για όλες τις σχολές. Είναι απαραίτητες μόνο για τις δημοφιλείς σχολές, τις σχολές δηλαδή που ο αριθμός των υποψηφίων που τις δήλωσαν ως πρώτη προτίμηση είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των προσφερομένων θέσεων.
Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι η κατάργηση των πανελληνίων εξετάσεων της Β Λυκείου και ο περιορισμός των εξεταζομένων μαθημάτων από 9 σε 6 μείωσε το κόστος στο μισό. Το κόστος των εξετάσεων δηλαδή ανερχόταν στο ποσό των 40.000.000€ κατ’ εκτίμηση φυσικά. Το Υπουργείο Παιδείας δεν δημοσιεύει στοιχεία για το ακριβές κόστος, άρα μόνο εκτίμηση του κόστους μπορούμε να κάνουμε. Παρ’ ότι λοιπόν οι πανελλήνιες εξετάσεις μας κοστίζουν ακριβά πρέπει να διατηρηθούν, αφού δεν είμαστε ικανοί ως κοινωνία να κάνουμε το λογικό. Ευτυχώς η Υπουργός Παιδείας έχει ξεκαθαρίσει το ζήτημα, λέγοντας ότι η επιλογή θα γίνεται μέσω των πανελληνίων εξετάσεων. Πρέπει όμως, να απεμπλακούν από τη διαδικασία απόκτησης του απολυτηρίου λυκείου γιατί μετατρέπουν το λύκειο σε αποτυχημένο φροντιστήριο. Άλλος είναι ο ρόλος του Λυκείου. Να μην ξεχνάμε και τα παιδιά που δεν ενδιαφέρονται για σπουδές στις Ανώτατες Σχολές και τα υποχρεώνουμε να συμμετέχουν στις Πανελλήνιες εξετάσεις, δίνοντάς τους τη γεύση της αποτυχίας

 

© Στράτος Στρατηγάκης.