Το Ελληνικό παράλογο των πανελληνίων

του Στράτου Στρατηγάκη

 

Δημοσιεύτηκε 26/4/2009

 

Η διαδικασία εισαγωγής στις Ανώτατες Σχολές ξεκινά το Μάιο με τις Πανελλήνιες Εξετάσεις, συνεχίζεται με την ανακοίνωση της γραπτής βαθμολογίας και την κατάθεση των μηχανογραφικών δελτίων και ολοκληρώνεται στα τέλη Αυγούστου με την ανακοίνωση των βάσεων και των εισαγομένων. Το θέμα «καίει» κάθε χρόνο περισσότερες από 100.000 οικογένειες, η δυσκολία των θεμάτων γίνεται πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων, όνειρα γκρεμίζονται και άλλα πραγματώνονται, ή τουλάχιστον έτσι πιστεύουν οι υποψήφιοι που γίνονται φοιτητές. Το κόστος των εισαγωγικών βαρύ. Το κόστος των «δωρεάν» σπουδών στα ΑΕΙ και ΤΕΙ βαρύτερο. Η αποτελεσματικότητά μας κάτω του μηδενός. Δεν μπορούμε ως κοινωνία να αποφασίσουμε ποια από τα παιδιά μας είναι ικανά να σπουδάσουν και να τα αφήσουμε να προσπαθήσουν να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Αυτό το απλό πράγμα για άλλες κοινωνίες, που το αντιμετωπίζουν και το λύνουν καλύτερα από εμάς κάθε χρόνο, χωρίς υστερίες, εμείς το έχουμε αναγάγει σε μέγα θέμα.
Μετά από όλα αυτά τα χρήματα που ξοδεύονται στο βωμό του πτυχίου, το θόρυβο που προκαλείται από την όλη διαδικασία επιλογής, τελικά δεν αφήνουμε τα παιδιά μας να σπουδάσουν αυτό που θέλουν.
Ένας υποψήφιος που μένει στη Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, μπορεί να έχει πάρει το απολυτήριο του Λυκείου να έχει περάσει και το «κινητό φράγμα» της βάσης του 10, αλλά δεν μπορεί να σπουδάσει σχεδόν τίποτα στην πόλη του, εκτός από τα ΤΕΙ που ασχολούνται με τη γεωργία. Δηλαδή ενώ είναι κατάλληλος, σύμφωνα με όλα τα κριτήρια που του έθεσε το κράτος, το ίδιο το κράτος δεν του επιτρέπει να σπουδάσει αυτό που θέλει στην πόλη που θέλει.
Ένας άλλος, αριστούχος αυτός, των πανελληνίων εξετάσεων που συγκέντρωσε 18.000 μόρια, επίδοση εξαιρετικά υψηλή, που σημαίνει ότι προσπάθησε πολύ, ξενύχτησε για να τα καταφέρει, δεν μπορεί να εισαχθεί σε καμία από τις περιζήτητες σχολές στην πόλη του. Αν για παράδειγμα θέλει να σπουδάσει στη Νομική δεν μπορεί να το κάνει στη Θεσσαλονίκη, αλλά πρέπει να ξενιτευτεί στην Κομοτηνή, αν πέσουν λίγο οι βάσεις. Βλέπετε στη Νομική της Θεσσαλονίκης εισάγονται 350 φοιτητές, ενώ στη Νομική της Κομοτηνής εισάγονται 600. Με ποιο κριτήριο; Έχουν μεγαλύτερη ζήτηση οι σπουδές Νομικής στην Κομοτηνή απ’ ότι στη Θεσσαλονίκη; Όχι βέβαια, αφού η πληθυσμιακή διαφορά των πόλων είναι πολύ μεγάλη. Απλά πρόκειται για την απόφαση του κράτους να ταλαιπωρεί τους πολίτες του. Το Ελληνικό κράτος δεν καθορίζει τον αριθμό των εισακτέων σύμφωνα με τη ζήτηση που έχουν οι σπουδές σε κάθε ειδικότητα σε κάθε τόπο, όπως θα ήταν το λογικό.
Αντίθετα καθορίζει τον αριθμό των εισακτέων, αλλά και την ίδρυση κάθε τμήματος με κριτήρια μικροπολιτικής και τοπικής σκοπιμότητας. Ο κάθε υπουργός Παιδείας υπέκυπτε και υποκύπτει στις πιέσεις των τοπικών παραγόντων της περιφέρειας που μονίμως ζητάει φαντάρους και φοιτητές για να ζήσει με τα χρήματά τους. Δεν φταίει η περιφέρεια. Τη ρημάξανε για δεκαετίες και την έκαναν να παρακαλάει για φαντάρους και φοιτητές, χάνοντας την αξιοπρέπειά της.
Κανείς, όμως, ποτέ δεν σκέφτηκε ότι δεν μπορείς να σκοτώνεις τα όνειρα ενός παιδιού, του οποίου οι γονείς πληρώνουν τους φόρους τους και, άρα, το κράτος οφείλει να του επιτρέψει να δοκιμάσει να σπουδάσει αυτό που ονειρεύεται.
Αν ο αριστούχος του παραδείγματός μας ήταν υποψήφιος το 2007, θα πήγαινε στην Κομοτηνή να σπουδάσει επιβαρύνοντας την οικογένειά του με περισσότερα από 30.000€ στο σύνολο των σπουδών του. Αν ήταν υποψήφιος το 2008 δεν θα μπορούσε πουθενά στην Ελλάδα να προσπαθήσει να σπουδάσει στη Νομική, γιατί η βάση πέρασε τα 18.000 μόρια. Ο δρόμος της ξενιτιάς γίνεται… μονόδρομος αν επιμένει να σπουδάσει νομική, παρ’ ότι «σκίστηκε» στο διάβασμα πάνω από δύο χρόνια, πλήρωσε χρήματα για την σωστή του προετοιμασία για τις εξετάσεις. Πώς θα πείσουμε ένα παιδί, ότι δεν είναι ικανό να σπουδάσει αυτό που θέλει, επειδή του έλειπαν λίγα μόρια, που δεν σημαίνουν φυσικά ότι είναι χειρότερο από ένα άλλο, αφού οι παράγοντες που μετρούν σε ένα διαγωνισμό συμπλήρωσης θέσεων, όπως είναι οι πανελλήνιες και όχι πιστοποίησης γνώσεων όπως θα έπρεπε να είναι, είναι πολλοί και ακόμη δεν έχει βρεθεί το σύστημα που θα κατέτασσε τους υποψηφίους στη σωστή σειρά. Αυτό σημαίνει ότι το παιδί που «έμεινε» στα 18.000 μόρια και συνεπώς δεν μπορεί να σπουδάσει στη Νομική, δεν έχει οπωσδήποτε λιγότερες γνώσεις από τον υποψήφιο που έχει 18.300 μόρια, αφού μια άλλη μέρα, με διαφορετικά θέματα η κατάταξη μπορεί να διέφερε σημαντικά. Αν οι εξετάσεις πιστοποιούσαν γνώσεις, τότε θα μπορούσε να πει κάποιος ότι αυτές είναι οι απαιτούμενες γνώσεις αν τις έχεις καλώς, αν όχι δεν μπορείς να σπουδάσεις. Η λογική ότι ο άλλος υποψήφιος ξέρει περισσότερα από εσένα δεν αποτελεί κριτήριο για να μη μπορείς να δοκιμάσεις να σπουδάσεις.
Το παιδί μας δεν μπορεί να σπουδάσει Νομική που θέλει άρα θα σπουδάσει κάτι άλλο που δεν θέλει. Το αποτέλεσμα είναι ότι αν δεν τα παρατήσει εντελώς, πιθανό να γίνει «αιώνιος φοιτητής» ή, αν ολοκληρώσει τις σπουδές του, θα έχουμε ένα πτυχιούχο που δεν αγαπά την επιστήμη που σπούδασε, αφού δεν τη διάλεξε αλλά του την επέβαλε το σύστημα εισαγωγής. Μ’ αυτή τη λογική αυξήθηκαν φέτος κατά 100 οι θέσεις στις Θεολογικές σχολές της Αθήνας, ώστε να παράγουμε περισσότερους θεολόγους, φτιάχνοντας αδιέξοδα σε περισσότερα παιδιά, μια και οι σπουδές της θεολογίας οδηγούν στην ανεργία και την απελπισία μεγάλο πλήθος αποφοίτων τους. Αναγκάζεται μετά να πει ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος να αυξηθούν οι ώρες των θρησκευτικών στα σχολεία, ώστε να αντιμετωπιστεί το οξύ πρόβλημα της ανεργίας των θεολόγων. Οι σπουδές στη Θεολογία δεν έχουν μεγαλύτερο κόστος από τις σπουδές στη Νομική, αφού και τα δύο τμήματα δεν απαιτούν εργαστήρια με ακριβό εξοπλισμό, όπως οι Ιατρικές σχολές. Γιατί λοιπόν αυξάνονται οι θέσεις των θεολόγων και όχι των νομικών;
Το πρόβλημα λοιπόν που δημιουργήθηκε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ότι προσφέρουμε σπουδές στα παιδιά μας σε αντικείμενα που δεν τα ενδιαφέρουν, σε πόλεις που προϋποθέτουν την εσωτερική μετανάστευση. Αν κοιτάξουμε τον πίνακα με τα νέα τμήματα που δημιουργούνται από φέτος μέχρι και τα επόμενα δύο χρόνια, διαπιστώνουμε ότι η φοιτητική μετανάστευση θα αυξηθεί αφού δεν μπορούν οι κάτοικοι μιας μικρής πόλης όπως τα Γρεβενά για παράδειγμα, να γεμίσουν τα τρία τμήματα που διαθέτει η πόλη με 650 θέσεις φοιτητών. Έτσι όλα τα νέα τμήματα που δημιουργούνται στην περιφέρεια (16 τον αριθμό για φέτος) έχουν τη λογική να υπηρετήσουν στόχους οικονομικής ανάπτυξης της περιφέρειας και όχι εκπαιδευτικές επιθυμίες ή ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Βλέπουμε, δηλαδή, τη στρέβλωση που δημιουργεί το ίδιο το κράτος, με τις αποφάσεις των υπουργών, που έρχονται μετά να μας πουν ότι τα πανεπιστήμια δεν λειτουργούν σωστά, οι φοιτητές δεν διαβάζουν και άλλα παρόμοια, προβλήματα που οι ίδιοι δημιούργησαν με τις αποφάσεις που έλαβαν. Απορούν μετά με τις εκρήξεις της νεολαίας και κάνουν ότι εκπλήσσονται και δεν καταλαβαίνουν τις αιτίες…

Τι δεν μπορεί να σπουδάσει ένας αριστούχος στη Θεσσαλονίκη

 

Πεδίο

Βάση 2008

Βάση 2007

Βάση 2006

Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Θεσσαλονίκης*

4

21663

21559

20936

Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας Θεσσαλονίκης

1

19947

18923

18478

Ιατρικής Θεσσαλονίκης

3

19145

19091

19062

Οδοντιατρικής Θεσσαλονίκης

3

18811

18790

18632

Νομικής Θεσσαλονίκης

1

18797

18372

17922

Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Θεσσαλονίκης

1&2

18780

18224

17836

Φαρμακευτικής Θεσσαλονίκης

3

18668

18668

18503

Πολιτικών Μηχανικών Θεσσαλονίκης

4

18666

18601

18379

Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών Θεσσαλονίκης

4

18566

18607

18492

Κτηνιατρικής Θεσσαλονίκης

3

18406

18311

18154

Μηχανολόγων Μηχανικών Θεσσαλονίκης

4

18383

18300

18018

Βιολογίας Θεσσαλονίκης

2&3

18139

18045

17736

© Στράτος Στρατηγάκης.